
Δεν το είχα προγραμματίσει, αλλά έτσι είναι τα ωραία, έρχονται απρόσμενα. Το απομεσήμερο, λοιπόν, φεύγοντας από το γραφείο και με την προτροπή καλού συναδέλφου, βρέθηκα στο γήπεδο της Άνδρου. Ο Ανδριακός αντιμετώπιζε τον ΑΟ Μυκόνου για το κύπελλο.
Ο αέρας φυσούσε απαλά όπως έδειχνε και το ανεμοδούριο του ελικοδρομίου, κουβαλώντας την αύρα της θάλασσας, στην οποία σταθερά δεσπόζει ο Τουρλίτης. Οι φωνές των, λίγων, φιλάθλων στο γήπεδο ακούγονταν καθαρά, ζωντανές, ανθρώπινες. Τίποτα δεν έμοιαζε με τα μεγάλα, ψυχρά γήπεδα της τηλεόρασης. Εδώ, ο κόσμος ήξερε ο ένας τον άλλον. Κάθε παίκτης είχε όνομα, ιστορία, οικογένεια. Και κάθε θεατής είχε κάτι να πει. Και πάντα παρόντες, βέβαια, οι διασώστες του ΕΚΑΒ, έτοιμοι να βοηθήσουν αν παραστεί ανάγκη. Δεν είναι τυχαία αγαπητοί σε όλο το νησί.
Το ματς ξεκίνησε με ενθουσιασμό. Ο Ανδριακός, αν και αουτσάιντερ απέναντι στην ισχυρή Μύκονο, έδειχνε από τα πρώτα λεπτά ότι δεν θα παραδοθεί εύκολα. Έτρεχαν, πίεζαν, άλλαζαν πάσες με θάρρος, και η εξέδρα, αυτή η μαγική μίξη παλαιμάχων, φίλων, συγγενών και λίγων πιτσιρικάδων, έδινε τον δικό της ρυθμό.
Και τι εξέδρα. Αν υπήρχε βραβείο για κερκίδα της χρονιάς, η ανδριώτικη θα το έπαιρνε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Οι περισσότεροι εκεί ήταν παλαίμαχοι του Ανδριακού, άνθρωποι που κάποτε φόρεσαν τη φανέλα με το ίδιο πάθος που τώρα χειροκροτούσαν τους νεότερους. Οι κουβέντες τους ήταν άλλο ένα παιχνίδι από μόνες τους, ένα συνεχές πινγκ-πονγκ ευφυών σχολίων, πειραγμάτων και παλιών ιστοριών.
Η κερκίδα ήταν ζωντανή, ευγενική, με μια ζεστασιά που σπάνια συναντάς πια. Δεν υπήρχαν γκρίνιες, ούτε βρισιές. Όταν ο αντίπαλος έκανε μια ωραία φάση, οι ίδιοι άνθρωποι που πριν λίγο φώναζαν πάμε Ανδριακέ δεν δίσταζαν να χειροκροτήσουν. Αυτή η αίσθηση αθλητικής ευγένειας, αυτή η νησιώτικη απλότητα, μου έφτιαξε τη διάθεση.
Κι ας ήταν το σκορ βαρύ. Η Μύκονος έδειξε την ποιότητά της και σκόραρε τέσσερις φορές, μα στο τέλος κανείς δεν έφυγε σκυθρωπός. Ο Ανδριακός είχε παίξει ωραίο ποδόσφαιρο, καθαρό, τίμιο, με ψυχή. Οι παίκτες του τα έδωσαν όλα, πάλεψαν σε κάθε μονομαχία και έβγαλαν φάσεις που έκαναν τον κόσμο να φωνάζει από χαρά, ακόμη κι αν η μπάλα τελικά δεν έμπαινε στα δίχτυα.
Στο δεύτερο ημίχρονο, και ενώ είχε μεσολαβήσει η εμφάνιση του ουράνιου τόξου, καθώς τα σύννεφα πύκνωναν, προαναγγέλλοντας την ευεργετική βροχή που θα ακολουθούσε, η ατμόσφαιρα παρέμεινε ίδια. Κάθε φορά που κάποιος παίκτης έκανε μια ωραία ενέργεια, η εξέδρα αντηχούσε από χειροκροτήματα. Ήταν οι στιγμές, που ένιωσα πως το αθλητικό ιδεώδες, η αγάπη για τη μπάλα, η έννοια της παρέας και της κοινότητας είναι το αυταπόδεικτο μεγαλείο του αθλητισμού.
Όταν το σφύριγμα της λήξης ήρθε, δεν υπήρξε απογοήτευση. Οι παίκτες του Ανδριακού χειροκροτήθηκαν θερμά, παρά την ήττα. Η κερκίδα σηκώθηκε όρθια, τα χέρια χτύπησαν ρυθμικά, και για λίγα δευτερόλεπτα όλοι, νικητές και ηττημένοι, ήταν απλώς άνθρωποι που αγαπούν το ποδόσφαιρο.
Κατεβαίνοντας τα σκαλάκια του γηπέδου, με τη βροχή να ξεκινά, χαμογελούσα. Δεν είχα δει μόνο έναν αγώνα. Είχα δει μια μικρή γιορτή ανθρώπων που αγαπούν το παιχνίδι, που σέβονται ο ένας τον άλλον και που ξέρουν να βρίσκουν χαρά ακόμη και μέσα στην ήττα.
Και κάπως έτσι, εκεί στο γήπεδο του νησιού, ανάμεσα σε αστεία, φωνές και χειροκροτήματα, θυμήθηκα γιατί ο αθλητισμός ο αληθινός, ο ανθρώπινος μπορεί να σε γεμίσει αισιοδοξία. Γιατί, τελικά, δεν είναι το σκορ που μετράει, αλλά το συναίσθημα που σου αφήνει ένα παιχνίδι.
Γιάννης Βαθυάς