
Η μόνη αλήθεια που δεν αμφισβητείται στη ζωή είναι ο θάνατος. Κι όμως, ακόμη και γι’ αυτόν, το απόλυτο τέλος του βίου μας, δεν γνωρίζουμε τίποτα. Μπορούμε να τον εικάσουμε, να τον νιώσουμε όταν αγγίζει τους γύρω μας, να τον στοχαστούμε με τρόμο ή με αποδοχή, αλλά παραμένει μυστήριο. Από εκεί κι έπειτα, κάθε άλλη αλήθεια στη ζωή μας μοιάζει σχετική, διαπραγματεύσιμη, συχνά εύθραυστη και, το χειρότερο, επιδεκτική χειραγώγησης.
Η αναζήτηση της αλήθειας απασχόλησε τον άνθρωπο από την αρχαιότητα. Ο Σωκράτης έθετε το αμείλικτο ερώτημα τι είναι αλήθεια, ενώ ο Πλάτων συνέδεσε την αλήθεια με τον κόσμο των Ιδεών, πέρα από τη σκιώδη σπηλιά της καθημερινής μας αντίληψης. Ο Αριστοτέλης, πιο πρακτικός, όρισε την αλήθεια ως την αντιστοιχία του λόγου με την πραγματικότητα. Να λέμε ότι είναι αυτό που είναι, και να μην λέμε ότι είναι αυτό που δεν είναι. Κι όμως, ακόμη κι αυτή η λογική θεώρηση, που μοιάζει τόσο απλή, διαρκώς δοκιμάζεται από τα συμφέροντα, τις προκαταλήψεις και την αδυναμία μας να βλέπουμε ολόκληρη την εικόνα.
Στον Μεσαίωνα, η αλήθεια ταυτίστηκε με το θείο, με την αποκάλυψη, με την πίστη. Όποιος αμφισβητούσε αυτή τη μοναδική αλήθεια κινδύνευε με καταδίκη. Στους νεότερους χρόνους, με την επιστήμη να ανατέλλει, η αλήθεια έγινε αποτέλεσμα παρατήρησης, πειράματος και απόδειξης. Αργότερα, η φιλοσοφία του Διαφωτισμού μάς έμαθε να την αναζητούμε με τη λογική και την κριτική σκέψη.
Στη σύγχρονη εποχή της δημοσιογραφίας, η αλήθεια απέκτησε νέο ρόλο. Έγινε το υλικό από το οποίο πλάθεται η κοινή γνώμη. Η δημοσιογραφία δεν ήταν ποτέ μόνο μεταφορά γεγονότων αλλά και επιλογή, ερμηνεία, αναδιατύπωση. Και εδώ άρχισε να γεννιέται το μεγάλο ερώτημα, λέμε όλη την αλήθεια ή μόνο ένα μέρος της. Και αν η αλήθεια είναι πάντα κομματιασμένη, ποιος έχει την ευθύνη να την ανασυνθέσει.
Στη δική μας εποχή, η απάντηση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη. Τα social media προσέφεραν φωνή σε όλους, αλλά και χάος. Η πληροφορία δεν φιλτράρεται, κυκλοφορεί ανεξέλεγκτη, μετατρέπεται σε viral ανεξάρτητα από την εγκυρότητά της. Τα fake news, η παραπληροφόρηση, η συνειδητή προπαγάνδα, ακόμη και η αθώα διαστρέβλωση λόγω άγνοιας, διαμορφώνουν την καθημερινότητά μας περισσότερο από τις επαληθευμένες ειδήσεις. Η τεχνητή νοημοσύνη προσθέτει νέα επίπεδα αμφιβολίας. Εικόνες που δεν υπήρξαν ποτέ, φωνές που δεν μίλησαν, γεγονότα που κατασκευάζονται ψηφιακά με τρόπο πειστικό.
Και όμως, μέσα σε αυτό το θολό τοπίο, η ανάγκη για αλήθεια γίνεται εντονότερη. Η δημοσιογραφία καλείται να παίξει ξανά τον ρόλο του φρουρού, να επαναφέρει την εμπιστοσύνη, να υπερασπιστεί τη δεοντολογία. Η επαλήθευση, η επιβεβαίωση των πηγών, η διασταύρωση της πληροφορίας δεν είναι απλώς τεχνικές. Είναι πράξεις ηθικές και κοινωνικά απαραίτητες.
Η ίδια η Ένωση Συντακτών, με το προσεχές σεμινάριο Επαλήθευση και επιβεβαίωση της πληροφορίας (fact cheking) -Κανόνες δεοντολογίας και δημοσιογραφία, έρχεται να αναδείξει αυτή την αναγκαιότητα. Η πρωτοβουλία αυτή δεν είναι απλά μια εκπαίδευση για τους επαγγελματίες του Τύπου. Είναι μια υπενθύμιση ότι χωρίς αλήθεια, η δημοσιογραφία γίνεται διαφήμιση, προπαγάνδα ή θόρυβος.
Από τον Σωκράτη μέχρι τον σύγχρονο δημοσιογράφο, από την πλατωνική Ιδέα μέχρι τα σημερινά fake news, η αναζήτηση της αλήθειας ήταν και παραμένει το κεντρικό στοίχημα. Ίσως ποτέ να μην φτάσουμε σε μια απόλυτη, καθολική αλήθεια. Ίσως να αρκούμαστε σε αποσπασματικές βεβαιότητες, σε προσωρινά συμπεράσματα, σε αλήθειες που συνεχώς αναθεωρούνται. Όμως το χρέος μας είναι να αναζητούμε, να ελέγχουμε, να μην αποδεχόμαστε εύκολα το δεδομένο.
Γιατί η αλήθεια, όπως και η ζωή, μάς ξεφεύγει, αλλά δίχως την προσπάθεια να την προσεγγίσουμε, ο κόσμος μας βυθίζεται στο ψέμα. Κι αν ο θάνατος είναι η μόνη βεβαιότητα, τότε η αλήθεια είναι η μόνη μας ευθύνη.
Γιάννης Βαθυάς